Ἱστορικό πλαίσιο
1.1 Ἡ κατάσταση στό ἑλληνικό κράτος καί ἡ ξενοκρατία
Ἡ τάξη στό κράτος, πού εἶχε ἀρχίσει νά θέτει ὁ Καποδίστριας (1828-1831), γκρεμιζόταν ἀπό τίς ἀντιδράσεις ἐναντίον του, ἰδίως κατά τήν περίοδο τῆς ἀναρχίας, πού ἀκολούθησε τήν δολοφονία του. Στίς 25 Ἰανουαρίου/ 6 Φεβρουαρίου 1833 φθάνει στήν Ἑλλάδα, συνοδευόμενος ἀπό τά τρία μέλη τῆς ἀντιβασιλείας, Armansberg, Maurer καί Heideck, ὁ Βαυαρός Βασιλεύς Ὄθωνας.
Ἡ ἀντιβασιλεία ἀνέλαβε τήν διοίκηση τῆς χώρας μέχρι τό 1835, ὁπότε ἐνηλικιώθηκε ὁ νεαρός Βασιλιάς. Ἡ οἰκονομική κατάσταση ἦταν ἀπό κάθε ἄποψη ἀξιοθρήνητη καί τό χρέος διογκωνόταν ραγδαία. Ἡ χώρα βρισκόταν σέ πλήρη ἀναρχία.
Ἡ Ἑλλάδα ἔφτανε μέχρι τήν Λαμία μέ λίγα μόνο νησάκια καί πληθυσμό περίπου 200.000 κατοίκων. Χωριζόταν σέ δέκα νομούς, κάθε νομός σέ ἐπαρχίες καί οἱ ἐπαρχίες σέ δήμους. Ἡ ὀργάνωση ἔγινε κατά τά πρότυπα τοῦ γαλλικοῦ συγκεντρωτικοῦ συστήματος. Ἡ ἀντιβασιλεία ὅμως ἔκανε τό λάθος νά διατάξει τήν βίαιη διάλυση τῶν παλαιῶν ἀτάκτων σωμάτων στρατοῦ, μέ ἀποτέλεσμα πολλά ἀπό «τά παλληκάρια πού κρατοῦσαν μέσα τούς τή μεγάλη παράδοση τῶν κλεφτῶν καί τήν ἀγάπη γιά ἀδέσμευτη ἐλευθερία», νά ὁδηγηθοῦν στήν ἀπελπισία καί ἡ ληστεία νά ἐξαπλωθεῖ σέ ὅλη τήν ὕπαιθρο. Γενικῶς, ἡ ὑπακοή στήν νέα ἐξουσία δέν ἦταν αὐτονόητη κατάσταση καί ἀνά πάσα στιγμή ὑπῆρχε ὁ κίνδυνος ἐπαναστάσεων καί ἐξεγέρσεων.
Περαιτέρω, τό μικρό κρατίδιο ὑπῆρξε τό «μῆλον τῆς ἔριδος» Ἀγγλίας καί Ρωσίας, λόγω τῆς ἐπίκαιρης γεωγραφικῆς του θέσης, τῶν οἰκονομικῶν συμφερόντων καί τοῦ μεγάλου σλαβικοῦ ὄγκου τοῦ βορρᾶ. Τά διεθνῆ γεγονότα πρίν καί μετά τόν κριμαϊκό πόλεμο ἔκαναν τήν ἀνεξαρτησία ἀπό κάθε ξένη ἐπιρροή νά φαντάζει ἀνεκπλήρωτο ὄνειρο. Ἐνσωματώνοντας λοιπόν, τίς ἐξωτερικές ἀντιπαραθέσεις στό ἐσωτερικό της χώρας, διαμορφώθηκαν τρία μεγάλα κόμματα, ἀνάλογα μέ τήν μεγάλη δύναμη πού ὑποστήριζαν, τό ἀγγλικό, τό γαλλικό καί τό ρωσικό. Ἀρχηγός τοῦ ἀγγλικοῦ κόμματος ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος Μαυροκορδάτος, τοῦ γαλλικοῦ ὁ Ἰωάννης Κωλέττης καί τοῦ ρωσικοῦ ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
1.2 Ἡ κατάσταση στήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία
Τό αὐτοκέφαλο της Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας εἶχε πρῶτος ἰδεασθεῖ καί προτείνει ὁ μεγάλος Ἕλληνας διαφωτιστής Ἀδαμάντιος Κοραῆς, ὡς ἀναγκαῖο βῆμα γιά τήν ἀνεξαρτησία τοῦ Ἔθνους. Σύμφωνα μέ τούς ὑποστηρικτές τῶν ἀντιλήψεων αὐτῶν, ἔχοντας ὡς δεδομένο, πλέον, ὅτι τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ζοῦσε αἰχμάλωτο ἔξω ἀπό τά σύνορα τοῦ ἐλεύθερου κράτους, ἡ χειραφέτηση τῆς Ἐκκλησίας παρουσιαζόταν ὡς ἐπιτακτική ἀνάγκη. Ὑποστηρικτής τῶν ἰδεῶν τοῦ Κοραῆ ἦταν ὁ ἀρχιμ. Θεόκλητος Φαρμακίδης, ὁ ὁποῖος σέ συνεργασία μέ τόν George von Maurer, ἕνα ἀπό τά τρία μέλη τῆς ἀντιβασιλείας, ἔπαιξαν τόν σπουδαιότερο ρόλο στήν ἀνακήρυξη τοῦ αὐτοκεφάλου.
Ὁ προτεστάντης Maurer, φορέας τῶν καισαροπαπικῶν πολιτειακῶν ἀντιλήψεων τῆς πατρίδας του, θέλησε νά ὑποτάξει τήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία στό κράτος, πράγμα πού ἐμπόδιζαν οἱ ζωτικές σχέσεις της μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Τά σχέδια τοῦ προτεστάντη Maurer καί τοῦ εὐρωπαϊστῆ Φαρμακίδη, πού ἐπιθυμοῦσε τήν ἀποκοπή τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, ἀλλά καί ἀπό τήν ὁμόδοξη Ρωσία, πραγματοποιήθηκαν τήν 23η Ἰουλίου 1833, ὁπότε δημοσιεύθηκε ὁ πρῶτος καταστατικός χάρτης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Βασιλείου τῆς Ἑλλάδος, ὁ ὁποῖος ἀνακήρυσσε τό αὐτοκέφαλο ἐπί σαφῶν πολιτειακῶν ἀντιλήψεων.
Ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως δέν ἦταν καί τόσο σύμφωνος μέ τήν παράδοση καί τούς ἱερούς κανόνες, καίτοι λόγω τῆς ἐθνικῆς ἀνεξαρτησίας ὑπῆρχαν βάσιμα ἐπιχειρήματα ὑπέρ τοῦ αὐτοκεφάλου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Βασιλείου τῆς Ἑλλάδος. Ἀνώτατη ἐκκλησιαστική ἀρχή ἦταν ἡ Ἱερά Σύνοδος, τῆς ὁποίας τά μέλη διόριζε ὁ Βασιλιάς.
Ἐπίσης, καμμία πράξη τῆς Συνόδου δέν μποροῦσε νά ἐκτελεστεῖ, ἄν δέν προσυπέγραφε ὁ βασιλικός ἐπίτροπος τῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἦταν ὑπάλληλος του κράτους καί τόν διόριζε ὁ Βασιλιάς, γιά νά ἐλέγχει ἀπολύτως τις ἀποφάσεις της. Ὅπως εἶναι αὐτονόητο, τό γεγονός αὐτό ἦταν μέγα σκάνδαλο γιά τόν συνειδητοποιημένο Ὀρθόδοξο λαό, ἐφόσον ἐκτός τοῦ ὅτι τό κράτος ὑπέτασσε στίς κοσμικές βουλές τοῦ τήν Ἐκκλησία, ἐπικεφαλῆς αὐτῆς στήν οὐσία ἐτίθετο ὁ καθολικός στό θρήσκευμα Βασιλιάς Ὄθωνας, πρᾶγμα ἀντικανονικό καί ἄκυρο.
Ἐξαιτίας τοῦ αὐταρχισμοῦ καί τῆς ξενοκρατίας στό ἑλληνικό κρατίδιο, μέ πρωτεργάτη τόν Στρατηγό Μακρυγιάννη, τήν 3η Σεπτεμβρίου 1843 ἔγινε στάση τοῦ στρατοῦ, ὥστε νά ὑποχρεωθεῖ ὁ Ὄθωνας νά καταρτίσει Σύνταγμα. Κατά τήν ψήφιση τοῦ Συντάγματος τοῦ 1844 ἔγιναν προσπάθειες ἀλλαγῆς τῆς νομοθεσίας, μέ τήν ὁποία διοικεῖτο ἡ Ἐκκλησία τοῦ Βασιλείου τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά τελικά δέν εἶχαν κανένα ἀποτέλεσμα.
Τό σχίσμα ἀπετράπη ἐξαιτίας τῆς συγκρατημένης πολιτικῆς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Στίς 29η Ἰουνίου 1850 ἐκδόθηκε ὁ Συνοδικός Τόμος, διά τοῦ ὁποίου τό Πατριαρχεῖο ἀνακήρυσσε τό αὐτοκέφαλο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Βασιλείου τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Συνοδικός Τόμος ἀγνοοῦσε τό μέχρι τότε ἀντικανονικό καθεστώς διοικήσεως πού εἶχε ἐπιβάλει τό κράτος καί ἔθετε συγκεκριμένους και ἤπιους ὅρους γιά τήν ἀναγνώριση. Ἡ ἔκδοση τοῦ Συνοδικοῦ Τόμου ἔγινε εὐμενῶς ἀποδεκτή ἀπό τούς Ἕλληνες, ἐκτός ἀπό τόν ἀρχιμ. Θεόκλητο Φαρμακίδη καί τούς ὁμοϊδεάτες του, οἱ ὁποῖοι τελικά πάλι κατόρθωσαν νά ἐπικρατήσουν. Οἱ δυό νόμοι, πού ἐκδόθηκαν πρός ἀλλαγή τοῦ ἤδη ὑπάρχοντος καθεστῶτος διοίκησης, ο (ΣΑ΄) «Νόμος καταστατικός τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» καί ὁ (Σ΄) «Περί Ἐπισκοπῶν καὶ ἐπισκόπων καὶ περί τοῦ ὑπό τούς ἐπιτρόπους τελοῦντος κλήρου», ἐλάχιστα ἔλαβαν ὑπ’ ὄψιν τους τόν Συνοδικό Τόμο.
Οἱ σκανδαλώδεις θρησκευτικές μεταρρυθμίσεις δέν σταμάτησαν μόνο σέ ἐπίπεδο ἀνώτατης διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας. Ἐξαιτίας τῶν μεγάλων οἰκονομικῶν προβλημάτων, ἡ κυβέρνηση θέλησε νά καρπωθεῖ μέρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ἡ ὁποία ἦταν ὄντως δυσανάλογη μέ τίς τρομερές οἰκονομικές ἀνάγκες πού ὑπῆρχαν.
Με Βασιλικά Διατάγματα ἔγινε ἡ ἐκποίηση τῶν περιουσιῶν τῶν γυναικείων Μονῶν καί ὅσων ἀνδρώων εἶχαν λιγότερους ἀπό ἕξι μοναχούς. Ὑπολογίζεται ὅτι τό 1833, στήν τότε Ἑλλάδα, ὑπῆρχαν 563 ἀνδρώα καί 18 γυναικεῖα Μοναστήρια, μέ 3.000 μοναχούς καί 277 μονάζουσες. Ἡ διάλυση τῶν Μονῶν ἔγινε σέ πολλές περιπτώσεις μέ βιοπραγίες τῶν νομαρχῶν καί τῶν οἰκονομικῶν ἐφόρων κατά τῶν μοναχῶν. Ἡ ἐκποίηση ἔφτασε μέχρι τά ἱερά σκεύη καί σημαντικά κειμήλια, ἀνάμεσά τους δισκοπότηρα, λειψανοθῆκες, χειρόγραφα, ἐπιταφίους, πού εἶχαν διασωθεῖ ἀπό τίς λαίλαπες, πού εἶχαν προηγηθεῖ.
Τελικῶς, διαλύθηκαν περίπου 394 Μονές, παρότι τά μοναστήρια ἀποτελοῦν τήν ραχοκοκκαλιά τῆς Ὀρθοδοξίας, καί συγκεντρώθηκε συνολικά τό χρηματικό ποσό, τῶν 498.000 δρχ., τό ὁποῖο προοριζόταν δῆθεν γιά τήν ἠθική καί πνευματική ἀνύψωση τοῦ κλήρου, ἀλλά στήν πορεία εἰσῆλθε ἀνεπιστρεπτί στά ταμεία τοῦ Δημοσίου. Τό Δημόσιο ἀπό τήν ἐκποίηση ζημιώθηκε μακροπρόθεσμα, ἐφόσον τά ἔσοδα τῶν Μοναστηριῶν, στό σύνολό τους ἐκείνη τήν ἐποχή, ἀνέρχονταν ἐτησίως στίς 600.000 δρχ.. Ἔτσι, μέ μία σώφρονα φορολογική πολιτική καί μέ μία λελογισμένη ἐκποίηση μόνο τῶν γαιῶν, πού δέν καλλιεργούταν ἤδη ἀπό τούς μοναχούς (ἐφόσον ὁ μοναχισμός δέν ἦταν μόνο παθητικός οἰκονομικά, ἀλλά στίς περισσότερες τῶν περιπτώσεων ἦταν παραγωγικός μέ τίς καλλιέργειες τῶν μοναχῶν καί διάφορα σπάνια ἐργόχειρα) θά μποροῦσε νά έχει μία σημαντική μακροχρόνια πηγή ἐσόδων, ἀντί νά προβεῖ κατ’ οὐσίαν στήν διάλυση τοῦ μοναχισμοῦ στήν Ἑλλάδα καί νά ὑποστεῖ τίς σημαντικότατες ἐσωτερικές ἀναταράξεις, πού προκάλεσε αὐτή ἡ ἐνέργεια.
Ἐν ὀλίγοις, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Βασιλείου τῆς Ἑλλάδος ὑποτάχθηκε στήν ἀλλόδοξη Κυβέρνηση, ἡ ὁποία ἀντικατέστησε μέ ἀπότομο καί σκανδαλώδη τρόπο τόν ρόλο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Βέβαια, αὐτή ἡ πολιτική καί ἐκκλησιαστική κατάσταση δέν θα μποροῦσε νά ἑδραιωθεῖ χωρίς νά ὑπάρξουν οἱ δίκαιες ἀντιδράσεις τοῦ λαοῦ καί τοῦ κλήρου, ἀντιδράσεις πού ὁδήγησαν στήν γνωστή φυλάκιση τοῦ Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, στήν ἐπανάσταση πού ξέσπασε στήν Μάνη τό 1834 καί, μετέπειτα, στήν ἵδρυση τῆς Φιλορθόδοξης Ἑταιρείας.
1.3 Ἡ Φιλορθόδοξη Ἑταιρεία καί ὁ Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος
Ἡ Φιλορθόδοξη Ἑταιρεία ἱδρύθηκε στίς 22 Ἰουνίου τοῦ 1839. Ἦταν ὀργανωμένη κατά τά πρότυπα τῶν «κρυφῶν» ἑταιρειῶν τῆς ἐποχῆς καί ὡς διευθυντής τῆς φερόταν ὁ ἴδιος, ὁ ἔνδοξος Στρατάρχης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Σκοπός τῆς ὀργάνωσης ἦταν ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Μακεδονίας, τῆς Ἠπείρου καί τῆς Θεσσαλίας, καθώς ἐπίσης καί ἡ διάσωση τῆς, ἀπειλούμενης ἀπό τήν κυβερνητική πολιτική, Ὀρθοδόξου πίστεως. Τήν Ἑταιρεία στελέχωναν μέλη τοῦ ρωσικοῦ κόμματος, μέ στόχους πολιτικούς ὁρισμένες φορές, ἀλλά κυρίως μέ αἰτήματα ἀναφερόμενα στά ἐκκλησιαστικά ζητήματα, ὅπως ἡ ἀκύρωση τοῦ νόμου περί ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας καί τήν ὑποχρέωση ν’ ἀναγνωρίσει ὁ Βασιλιάς τήν Ὀρθοδοξία ὡς ἐπικρατοῦσα θρησκεία ὄλου τοῦ κράτους καί ἰδιαιτέρως ὡς τήν μόνην θρησκεία τῶν διαδόχων του καί τῆς μελλούσης οἰκογενείας του.
Ὁ Κεφαλλονίτης Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος ἀναδείχθηκε ἴσως στήν πιό δραστήρια καί ἡγετική φυσιογνωμία τῆς Φιλορθόδοξης Ἑταιρείας. Ἦταν ἄνδρας ὑψηλῆς μόρφωσης καί ἐξαιτίας τοῦ ἀγώνα του γιά τήν ἀνεξαρτησία τῶν Ἰονίων νήσων, ἐξορίστηκε στά Κύθηρα καί στούς Βαρδιάνους, ἀπό τούς Ἄγγλους. Τό 1840, ὅταν ἀπελευθερώθηκε, πέρασε στήν Πάτρα καί ἀπό κεῖ κατέφυγε στήν Μονή τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου, μέ τήν ὁποία διατηροῦσε στενές σχέσεις. Ἔχοντας ὡς ὁρμητήριο τό Μοναστήρι, ὁ μεγάλος κήρυκας ἔκανε πολλές περιοδεῖες στήν Πελοπόννησο διδάσκοντας. Τό περιεχόμενο τῆς διδασκαλίας του, ἐκτός τῶν ἄλλων, ἦταν μία δριμεία κριτική ἐναντίον τῆς πολιτικῆς καί, κυρίως, ἐναντίον τῆς φιλοαγγλικῆς μερίδας. Ἐπιπλέον, κατέκρινε τό διωγμό τῶν κρατούντων κατά τοῦ μοναχισμοῦ καί ἔλεγχε τόν ξενόφερτο τρόπο ζωῆς ὡς ὑπεύθυνο γιά τήν ἀλλοίωση τοῦ Ὀρθόδοξου φρονήματος. Ἐξαιτίας αὐτῆς, τῆς βασισμένης σέ ἀκραιφνῶς Ὀρθόδοξα κριτήρια, πολιτικοκοινωνικής διαμαρτυρίας του, πού στρεφόταν ἐναντίον τοῦ κράτους, ὁ Φλαμιᾶτος συνελήφθη στήν Πάτρα στίς 21 Μαΐου 1852 μέ τούς ὁμοϊδεάτες του καί ρίχτηκε στίς ὑγρές φυλακές τοῦ Ρίου. Ὁ Φλαμιᾶτος ἐκάρη Μοναχός μέσα στή φυλακή, λίγο πρίν πεθάνει δηλητηριασμένος στίς 22 Ἰουνίου 1852. Ἡ Φιλορθόδοξη Ἑταιρεία καί ὁ Μοναχός Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος, ἔπαιξαν, ὅπως θά δοῦμε παρακάτω, σημαντικό ρόλο στήν δράση τοῦ ὅσιου μοναχοῦ Χριστοφόρου καί ἐπηρέασαν σημαντικά γεγονότα τῆς ζωῆς του.